Header Ads

Αγιο Όρος – Η Περιήγηση ενός Αρχιτέκτονα

Το Άγιο Όρος φαντάζει πάντα μια πρόκληση για κάθε επισκέπτη – περιηγητή, καθώς η αρχιτεκτονική των Ιερών Μονών, η οργιώδης βλάστηση, η απομόνωση και η θρησκευτική κατάνυξη αποτελούν τα σημαντικότερα κίνητρα.

Το Άγιο Όρος στην χερσόνησο του όρους Άθω στην Χαλκιδική περιλαμβάνει είκοσι Ιερές Μονέςμε ιστορία από το 972 μΧ. Από το 1988 συγκαταλέγονται στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Η Μονή Ιβήρων. Αριστερά διακρίνεται η μαρμάρινη είσοδος. Στο βάθος ο Πύργος της Μονής που χρησίμευε ως το παρατηρητήριο και καταφύγιο των μοναχών σε περίπτωση επίθεσης πειρατών.

Η επίσκεψη - προσκύνημα στο Άγιο Όρος προϋποθέτει, κατ’ αρχήν την έκδοση σχετικού διαμονητήριου από την Ιερά Επιστασία του Αγίου Όρους το οποίο επιτρέπει την είσοδο στο Άγιο Όρος μόνο για 4 ημέρες με την διαμονή κάθε βράδυ σε διαφορετική Μονή, την συνεννόηση μέσω e-mailsτης φιλοξενίας στα Μοναστήρια για την διαθεσιμότητα στις διανυκτερεύσεις αλλά και τον σχεδιασμό των μετακινήσεων εντός του Άγιου Όρους.

Η δική μας επίσκεψη πραγματοποιήθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου, μια αρκετά καλή περίοδο για περιηγήσεις και πεζοπορίες. Επιλέχτηκαν για την διαμονή μας Μονές στην ανατολική πλευρά της χερσονήσου, με σχετική καθοδήγηση από τον σύμβουλο φίλο περιηγητή Σ.Κ. ο οποίος θα επισκεπτόταν το Άγιο Όρος 3η φορά.

Στην Χαλκιδική υπάρχουν 2 λιμάνια από τα οποία αποπλέουν σχετικά επιβατικά πλοία με επισκέπτες, το ένα από την Ουρανούπολη στην δυτική πλευρά της χερσονήσου και το δεύτερο από την Ιερισσό στην ανατολική πλευρά, από όπου και εκκινήσαμε. Η θαλάσσια πλεύση χάρισε ανεπανάληπτες εικόνες των Μοναστηριών τα οποία με φόντο το καταπράσινο τοπίο στέκουν αγέρωχα τόσα χρόνια ατενίζοντας το πέλαγος. 

Μονή Ιβήρων

Η πρώτη Μονή που μας υποδέχτηκε με την αποβίβαση μας, ήταν η Ιερή Μονή Ιβήρων. Είναι 3η στην ιεραρχική αμετάβλητη τάξη των Αγιορείτικων Μονών σύμφωνα και με το έτος ίδρυσης της. Ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα ως Μονή του Κλήμεντος ενώ το 980 ο εξ Ιβηρίας (της σημερινής χώρας Γεωργίας), μοναχός Ιωάννης Τουρνίκιος με ομάδα Γεωργιανών - Ιβήρων- μοναχών εγκαταστάθηκαν στην Μονή Ιβήρων.

Η Μονή καταστράφηκε πολλές φορές από πειρατές, κυρίως από Φράγκους. Η ύπαρξη πειρατών είναι και ο κύριος λόγος που δημιούργησε αυτή την φρουριακή – οχυρωματική αρχιτεκτονική των Μονών στο Άγιο Όρος τόσο για όσες κτίστηκαν στα παράλια της χερσονήσου αλλά και όσες κτίστηκαν στην ενδοχώρα.

Η αρχική απλότητα της οχύρωση των Μονών εμφανίζεται με συμπαγή φρουριακά τείχη χωρίς ξηλόπηκτες εξωτερικές κατασκευές (αρχιτεκτονικές προεξοχές κελιών - σαχνισιά ή εξώστες) όπως διακρίνεται στα καταπληκτικά σκίτσα ή χαλκογραφίες του Ρώσου περιηγητή Βασίλειου Μπάρσκυ απεικονίζοντας την κατάσταση των Μονών το 1744.

Αργότερα με την εξαφάνιση των πειρατικών επιδρομών οι Μονές απέκτησαν και ‘’πρόσωπο’’ προς τα έξω, δημιουργώντας αρχιτεκτονικές προεξοχές πάνω στα λίθινα τείχη με ξύλινες ελαφριές κατασκευές (σαχνισιά και εξώστες) οι οποίες με τον έντονο χρωματισμό τους προσδίδουν έναν πιο ελαφρύ και άκρως ενδιαφέρον χαρακτήρα πάνω στις βαριές λίθινες ογκώδης κατασκευές των τειχών.

Η Μονή Ιβήρων – άποψη από την ακτή. Σε πρώτο πλάνο ο Αρσανάς της Μονής. Στο βάθος οι αρχιτεκτονικές προεξοχές των κελιών και τα τείχη της Μονής.

Η Μονή Ιβήρων σε υποδέχεται με το τετραώροφο κτίσμα της, τον Αρσανά ή αλλιώς το καραβοστάσι φύλαξης βαρκών και λοιπών αποθηκών της Μονής δίπλα στο κύμα. Σύμφωνα με 2 επιγραφές σε αυτόν κτίστηκε το 1625 , διατηρώντας ακόμα και σήμερα την εικόνα της αρχικής φάσης, χωρίς να έχει υποστεί σοβαρές μεταγενέστερες επεμβάσεις. Αυτό το μικρό οχυρό χρησίμευε για την αποθήκευση των βαρκών, του εν πλω μέσου επικοινωνίας των μοναχών με την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και ως κατοικία του Αρσανάρη, του μοναχού που είχε αναλάβει αυτό το διακόνημα. Ανηφορίζοντας προς τον κύριο όγκο της Μονής η μαρμάρινη είσοδος με τα ορθογωνικά υποστυλώματα σε καλωσορίζει να εισέλθεις σε έναν διαφορετικό κόσμο ηρεμίας, γαλήνης, αγιοσύνης. 

Μπαίνοντας στην καρδιά της μονής,στην εσωτερική αυλή όλα είναι «τακτοποιημένα» και κτισμένα για να εξυπηρετούν τον σκοπό τους. Στο κέντρο της αυλής βρίσκεται το Καθολικό της Μονής, ο ναός για όλους. Απέναντι βρίσκεται το μεγάλο κωδωνοστάσιο και στη συνέχεια η Τράπεζα από τη μία πλευρά και το κτίριο της Βιβλιοθήκης από την άλλη. Τα κτίρια της αυλής περιβάλλονται από τις πτέρυγες που σχηματίζουν σε κάτοψη τετράπλευρο σχήμα, όπου υπάρχουν τα κελιά των μοναχών, το σκευοφυλάκιο - εικονοφυλάκιο, το συνοδικό, διάφοροι βοηθητικοί χώροι αλλά και το Αρχονταρίκι, ο χώρος υποδοχής των επισκεπτών, εκεί που ο Αρχοντάρης μοναχός καλωσορίζει τους επισκέπτες και τους φιλεύει παγωμένο νερό, τσιπουράκι αλλά και εύγευστα λουκούμια. Σήμερα η Μονή Ιβήρων έχει 35 μοναχούς.

Μονή Ιβήρων. Άποψη της εσωτερικής αυλής. Δεξιά βρίσκεται το Καθολικό της Μονής, αριστερά το Κωδωνοστάσιο και στο κέντρο η εξαίρετης τέχνης μαρμάρινη Φιάλη – χώρος για τον αγιασμό των υδάτων. Στο βάθος η μαρμάρινη είσοδος της Μονής από την ακτή.

Ανάμεσα στο Καθολικό και στο ψηλό καμπαναριό βρίσκεται η εκπληκτικής τέχνης Φιάλη για τον αγιασμό των υδάτων, με την μαρμαροτεχνία να έχει μεγαλουργήσει στο δημιούργημα αυτό. 

Ένας ευγενής ηλικιωμένος μοναχός του Μοναστηριού, μας υποδέχτηκε και μας ξεκλείδωσε την θύρα του Καθολικού της Μονής για να προσκυνήσουμε τις άγιες εικόνες και να θαυμάσουμε τις ανεκτίμητης αξίας αγιογραφίες – τοιχογραφίες του νάρθηκα του Καθολικού από το 1774, οι οποίες απεικονίζουν με προσωπικό εντυπωσιασμό, σοφούς και βασιλείς της αρχαιότητας. Η επίσκεψη μας συνεχίστηκε στα δύο παρεκκλήσια με τοιχογραφίες του Αγίου Νικολάου και των Αγίων Αρχαγγέλων. Εκεί φυλάσσονται τα λείψανα 165 αγίων και τμήματα από τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν κατά την σταύρωση του Xριστού.

Το κεντρικό μαρμαροθετημένο δάπεδό - μωσαϊκό του Καθολικού είναι εξαιρετικής τέχνης και υψίστης λεπτομέρειας. Δεν είναι τυχαίο που ο καλλιτέχνης Νίκος Αλεξίου δανείστηκε το μοτίβο των δαπέδων αυτών για το εικαστικό του δημιούργημα με τίτλο «Ένα τέλος – Μια αρχή» το οποίο εκπροσώπησε την Ελλάδα στην 52η Μπιενάλε της Βενετίας το 2007 αλλά και προβλήθηκε ως video projection στην όψη της Εθνικής Τράπεζας στην πλατεία Κοτζιά της Αθήνας για τα 150 χρόνια από την ίδρυση της.

Μονή Ιβήρων. Δεξιά βρίσκεται το Καθολικό της Μονής και αριστερά το παρεκκλήσι της Παναγίας της Πορταΐτισσας. Στο βάθος της εσωτερική αυλής της Μονής βρίσκονται τα κελιά των Μοναχών.

Δίπλα στην παλιά είσοδο της Μονής αλλά και στο Καθολικό, βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παναγίας της Πορταΐτισσας με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Σύμφωνα με την παράδοση και την εξιστόρηση του γέροντα, η εικόνα αυτή ανήκε σε οικογένεια της Νίκαιας της Μικράς Ασίας τον 8ο αιώνα. Κατά την διάρκεια της «εικονομαχίας» η οικογένεια αναγκάστηκε να ρίξει την εικόνα στην θάλασσα για να μην καταστραφεί από τους εικονομάχους. Επί 170 χρόνια η εικόνα ήταν χαμένη μέχρι το 1004. Τότε μοναχοί της Μονής Ιβήρων την βρήκαν να πλέει στην Θάλασσα, την μετέφεραν στην Μονή και την τοποθέτησαν στο ναό. Όμως η εικόνα κατ’ επανάληψη εξαφανιζόταν από αυτόν και βρισκόταν τοποθετημένη πάνω από την πύλη/πόρτα της Μονής.Έτσι πήρε η εικόνα της Παναγίας το όνομα «Πορταϊτισσα». Η εικόνα φέρει επίσης στο κάτω μέρος της σιαγόνας της Παναγίας μία ουλή από μαχαίρι πειρατή. Από την ουλή αυτή έρευσε αίμα, το οποίο πηγμένο διακρίνεται και σήμερα. Η παρουσία της εικόνας στη Μονή και στο Άγιο Όρος θεωρείται εγγύηση για την προστασία του Αγιορείτικου Μοναχισμού από τη Θεοτόκο. Λέγεται, μάλιστα, ότι εάν χαθεί η εικόνα από την θέση της, τότε θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την Δευτέρα Παρουσία. 

Κελί Μυλοπόταμου

Αφήνοντας πίσω μας την Μονή Ιβήρων, εκκινήσαμε την περιήγηση μας κατά μήκος της ακτής. Έπειτα από 1 ώρα πεζοπορία φτάσαμε στο Κελί Μυλοπόταμου (κάθισμα Αγίου Ευσταθίου)το οποίο ανήκει στη Μονή Μεγίστης Λαύρας και δημιουργήθηκε από τον Αθανάσιο τον Αθωνίτη το 972 σαν αναρρωτήριο για τους μοναχούς της Μονής.

Η περιοχή του Μυλοπόταμου εκτείνεται σε μικρή εξοχή στην βορειοανατολική πλευρά του Αγίου Όρους και σε κοντινή απόσταση από τη Μονή Ιβήρων. Αποψιλώθηκε από το πυκνό δάσος που την κατελάμβανε με σκοπό να οικοδομηθούν κελιά και Ναός προς τιμή του μεγαλομάρτυρα Ευσταθίου και φυτεύτηκε ένας υπέροχος αμπελώνας.

Η συνολική έκταση του Κελιού του Μυλοπόταμου. Στο βάθος ο Πύργος και σε πρώτο πλάνο το οινοποιείο και τα εξαιρετικά αμπέλια του Κελιού.

Ο βυζαντινός οχυρός Πύργος επιβάλλεται στο παραθαλάσσιο τοπίο πάνω σε απόκριμα βράχια. Αυτό το κατοικημένο μικρό οχυρό με τις διαδοχικές επεκτάσεις του έχει ακόμα και σήμερα ισχυρό οχυρό περίβολο. Ο Μυλοπόταμος είναι γνωστός για τους αμπελώνες βιολογικής καλλιέργειας και το κρασί που παράγει. Η προσπάθεια των μοναχών του Μυλοπόταμου είναι υποδειγματική και αξιέπαινη.

Η μανία των θαλάσσιων κυμάτων να χτυπούν τον βράχο του Μυλοπόταμου, ο μεσημεριανός ήλιος πάνω στο πέλαγος, η κλίμακα των αρχιτεκτονημάτων σε ανάμνηση των αντίστοιχων των βράχων του Κάπρι της Ιταλίας και σε συνδυασμό με τους μυρωδάτους αμπελώνες, μας υποχρέωσαν σε μια στάση για ένα ακόμα κέρασμα από τον Μοναχό του κελιού με θέα όλο το Αιγαίο.

Η στάση μας ολοκληρώθηκε με επίσκεψη στο ομώνυμο σύγχρονο και τέλεια οργανωμένο οινοποιείο. Ακόμα θυμάμαι την μυρωδιά του μούστου που ζυμωνόταν στα βαρέλια. 

Μονή Καρακάλλου

Συνεχίζοντας την πεζοπορία μας ανάμεσα από αιωνόβιες βελανιδιές και πλατάνια και έπειτα από 2 ώρες περιήγηση στο πιο δύσκολο σημείο της διαδρομής με συνεχή ανηφόρα και με την διπλωματική αφοπλιστική πειθώ του συνοδοιπόρου Π.Π. επιβιβαστήκαμε σε ένα διερχόμενο mini-bus το οποίο μας μετέφερε στην Μονή Καρακάλλου. Η Μονή αυτή είναι 11η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών και στέκει ως ένα μικρό ορθογώνιο καστρομονάστηρο στην άκρη ενός λόφου, καταμεσής του δάσους της ενδοχώρας.

Μονή Καρακάλλου. Δεξιά βρίσκεται ο εξαιρετικός Πύργος της Μονής. Στην περίμετρο των τειχών με τις ελαφριές ξύλινες κατασκευές σε προεξοχές, διακρίνονται τα κελιά των Μοναχών.

Η Μονή σύμφωνα με τις πληροφορίες, πρέπει να κτίστηκε στα τέλη του 10ου αιώνα πιθανόν από τον μοναχό Νικόλαο Καρακάλλα. Το 13ο αι. η μονή, όπως και όλο το Άγιο Όρος, αρχίζει να παρακμάζει εξαιτίας των συχνών επιδρομών των Καταλανών πειρατών. Όμως στην συνέχεια περνάει μια περίοδο ακμής χάρη στις δωρεές Βυζαντινών Αυτοκρατόρων. Τον επόμενο αιώνα και τους τρεις αιώνες που ακολουθούν, χάρη στις δωρεές των Μολβαδών (Ρουμάνων) και Ιβήρων (Γεωργιανών) Ηγεμόνων, η Μονή βρίσκεται σε ανοδική πορεία φτάνοντας ακόμα και τους 500 μοναχούς.

Σήμερα η μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών, δόκιμων μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται στα 50 άτομα. 

H Μονή κτίστηκε σύμφωνα με την αρχιτεκτονική των οχυρωματικών κάστρων του 16ου αιώνα και φέρει έναν υπέροχο οχυρό Πύργο με ‘’επάλξεις’’, ”ζεματίστρες” και ”καταχύστρες”. Ο Πύργος είναι από τους ωραιότερους του Αγίου Όρους μαζί με εκείνον της Μονής Δοχειαρίου. Ο πανύψηλος Πύργος χρησίμευε ως παρατηρητήριο της γύρω περιοχής, ειδικά προς την θάλασσα λόγω των συνεχών επιδρομών από πειρατές, θυμίζοντας τους αντίστοιχους Μανιάτικους Πύργους της Πελοποννήσου. Οι ”ζεματίστρες” και οι ”καταχύστρες’’ του Πύργου, σχεδόν πάνω από την κεντρική πύλη της Μονής, χρησίμευαν κατά την διάρκεια μιας πολιορκίας για να ρίχνουν οι μοναχοί ζεματιστό νερό ή λάδι προς τους επιδρομείς - εισβολείς. Επίσης οι δύο ειδών στέψεις του Πύργου, μαρτυρούν διαδοχικές επεκτάσεις αυτού σε ύψος.

Μονή Καρακάλλου. Στο κέντρο και δίπλα στην κεντρική πύλη της Μονής δεσπόζει ο εξαιρετικός Πύργος με την χαρακτηριστική σε προεξοχή ‘’ζεματίστρα’’ και ‘’καταχύστρα’’ που χρησίμευε για την άμυνα των μοναχών σε εχθρική πειρατική εισβολή.

Η εσωτερική αυλή της Μονής είναι αρκετά μικρή σε διαστάσεις σχετικά με την αντίστοιχη της Μονής Ιβήρων, με το Καθολικό στο κέντρο να δεσπόζει κατακόκκινο και επιβλητικό. Το Καθολικό είναι αφιερωμένο στους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο και κτίστηκε το 1563. Το 1710 προστέθηκε το κωδωνοστάσιο και τέσσερα χρόνια αργότερα ο εξωνάρθηκάς του. Λόγω της περιορισμένης έκτασης της εσωτερικής αυλής του μοναστηριού, η μονή Καρακάλλου δεν διαθέτει φιάλη (κρήνη για τον αγιασμό των υδάτων).

Περιμετρικά αναπτύσσονται οι πτέρυγες, δίνοντας έτσι στον περίβολο ένα τετράπλευρο, σε γενικές γραμμές, σχήμα. Οι κατώτερες στάθμες καταλαμβάνουν διάφορες βοηθητικές και παραγωγικές χρήσεις ενώ στις ανώτερες σε όροφο στάθμες βρίσκονται τα κελιά των μοναχών, το Αρχονταρίκι, διάφορα παρεκκλήσια αλλά και τα διαμερίσματα φιλοξενίας. Στον όροφο η προσπέλαση γίνεται από ημιυπαίθριους ξύλινους εξώστες – διαδρόμους.

Μονή Καρακάλλου. Η εσωτερική αυλή. Στο κέντρο διακρίνεται το κόκκινο Καθολικό και στο βάθος ο Πύργος - παρατηρητήριο της Μονής και δεξιά αυτού οι ημιυπαίθριοι ξύλινοι διάδρομοι. Ακριβώς από κάτω η κεντρική είσοδος – πύλη της Μονής. Δεξιά βρίσκεται το Αρχονταρίκι, ο χώρος υποδοχής των επισκεπτών με τις χαρακτηριστικές του καμάρες.

Με την είσοδό μας στην Μονή Καρακάλλου, κατευθυνθήκαμε στο Αρχονταρίκι για το ανάλογο κέρασμα και την τακτοποίηση μας στα υπέροχα ανακαινισμένα δωμάτια των επισκεπτών. Στις 16.00 παρακολουθήσαμε τον Εσπερινό στο Καθολικό της Μονής.

Με το τέλος του Εσπερινού, κατευθυνθήκαμε στην Τράπεζα – το εστιατόριο της Μονής, όπου πάνω στα αυθεντικά μοναστηριακά τραπέζια, μας προσφέρθηκε βραδινό φαγητό. Έπειτα από το δείπνο (στις 17.00) επιστρέψαμε στο Καθολικό. Εκεί μας περίμενε ο Βηματάρης με τα Άγια Λείψανα της Μονής στο Ιερό Βήμα για να τα προσκυνήσουμε εμείς οι επισκέπτες. 

Στην συνέχεια υπήρχε ελεύθερη ώρα για συζητήσεις, μικρούς περιπάτους εκτός Μονής και χρόνος για αρχιτεκτονικά σκίτσα. Στις 19.30 ένας μοναχός, κτυπώντας ένα κουδούνι, μας κάλεσε όσοι είχαμε βγει εκτός τειχών της Μονής να εισέλθουμε εντός Μονής για να κλείσει / σφραγίσει την καστρόπορτα και να οδηγηθούμε προς ανάπαυση. 

Αξίζει να επισημανθεί ότι οι Μονές του Αγίου Όρους ακολουθούν το Βυζαντινό ημερολόγιο και τις Βυζαντινές Ώρες, οι οποίες έχουν διαφορά 4,5 ώρες με τις δικές μας ώρες (δηλαδή ενώ εμείς νομίζαμε ότι η ώρα ήταν 16.00 την ώρα του Εσπερινού, οι μοναχοί είχαν ώρα 20.30). Έτσι όταν το ρολόι μας έδειχνε 19.30, η Μονή σήμανε 00.00 και η εξωτερική καστρόπορτα έκλεισε για το βράδυ.

Αργά την νύχτα (περίπου γύρω στις 03.00) οι Μοναχοί μας ξύπνησαν με ψαλμούς για να παραβρεθούμε στον Όρθρο στο Καθολικό της Μονής. Πολλοί θα παραξενεύονται με το άγριο της ώρας, όμως η κατάκλιση των επισκεπτών στις Μονές γίνεται αρκετά νωρίς (περίπου κατά τις 21.00) άρα υπάρχει αρκετός χρόνος για ξεκούραση.

Η Μονή διαθέτει ρεύμα μόνο από γεννήτριες και όχι την νύκτα. Για αυτό χρειάζεται να έχει ο καθένας από έναν φακό, για τις νυκτερινές ώρες. 

Δεν υπάρχει όμως πιο μυσταγωγική και κατανυκτική ώρα και στιγμή από αυτή που βιώσαμε εκείνο το ξημέρωμα. Οι ήχοι της νύκτας με τα τριζόνια και τους γρύλλους να αντιμάχονται για τον επικρατέστερο ήχο, οι χαμηλής έντασης ψαλμωδίες μέσα από το Καθολικό και το αμυδρό φώς από το γλυκοχάραμα, μας χάρισαν από τις συγκλονιστικότερες στιγμές. Μέσα στο Καθολικό ο Όρθρος ήταν σε πλήρη εξέλιξη. Ενισχυμένος ήχος δεν υπάρχει, οι σιωπηρές ψαλμωδίες ακούγονται μέσα από την φωνή και την ψυχή των μοναχών. Το Καθολικό δεν έχει παροχή ρεύματος, άρα το μόνο φώς που έφεγγε ήταν μόνο από τα λιγοστά κεράκια που τρεμόπαιζαν μέσα στην νύκτα. Όλα αυτά συνέθεσαν την απόλυτη κατάνυξη.

Με την απόλυση, κατευθυνθήκαμε στην Τράπεζα για γεύμα (στις 09.00 το πρωί για εμάς, εννοώντας 13.30 για τους Μοναχούς). Μετά το γεύμα αποχωρήσαμε από την Μονή Καρακάλλου με κατεύθυνση την επόμενη Μονή που θα μας φιλοξενούσε το βράδυ, με ενδιάμεση στάση στις Καρυές, την ‘’πρωτεύουσα’’ του Αγίου Όρους. 

Καρυές

Στις Καρυές είναι η έδρα του Πρώτου. Εκεί διαμένουν και οι αντιπρόσωποι των 19 εκ των 20 μονών στα κτήρια, που ονομάζονται Κονάκια. Σε απόσταση 5 λεπτών από τις Καρυές βρίσκεται και η Σκήτη του Αγίου Ανδρέα.

Κεντρικός δρόμος των Καρυών. Στο βάθος και δεξιά βρίσκεται το Πρωτάτο με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας το «Άξιον Εστί».

Κεντρικός ναός των Καρυών είναι το Πρωτάτο, στο οποίο βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας το «Άξιον Εστί». Αξιόλογος ναός είναι επίσης η λεγόμενη «Μολυβοκκλησία», η οποία είναι παρεκκλήσιο της Κοιμήσεως Θεοτόκου του Χιλιανδαρινού κελίου.

Στις Καρυές υπάρχουν τα κτίρια του Διοικητηρίου, της Αστυνομίας, του Ιατρείου, του ταχυδρομείου, φούρνος, φαρμακείο και μαγαζιά με εκκλησιαστικά είδη. 

Σκήτη του Αγίου Ανδρέα

Η Σκήτη του Αγίου Ανδρέα, γνωστή ως Σεράϊ (το οποίο σημαίνει «ο Παράδεισος» στη Ρωσική γλώσσα) βρίσκεται μόλις 500 μέτρα από τις Καρυές και ανήκει σήμερα στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου. Ονομάζεται Σκήτη γιατί σύμφωνα με τον κανονισμό του Αγίου Όρους δεν ιδρύονται πια νέες Μονές πέραν από τις πρώτες 20 ιστορικές Μονές.

Η Κεντρική είσοδος της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα με τις έντονες μπαρόκ και ρώσικες αναφορές.

Το 1841, εγκαταστάθηκαν στην Σκήτη του Αγίου Ανδρέα Ρώσοι μοναχοί. Η προσπάθεια της Ρώσικης εκκλησίας να εδραιωθεί στο Άγιο όρος, κατέληξε στις αρχές του 20ου αι. να ζουν στην Σκήτη του Αγίου Ανδρέα 600 περίπου ρώσοι μοναχοί. Το συγκρότημα ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό τύπο των αγιορείτικων Μονών με ψηλά οικοδομήματα που βλέπουν σε μια εσωτερική αυλή ενώ στο κέντρο βρίσκεται ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγίου Ανδρέα ο οποίος ανοικοδομήθηκε στον εντυπωσιακό χρόνο των 58 χρόνων, σε διαφορετικό όμως στυλ από τα Καθολικά των λοιπών Μονών. Η διαφορά της συνολικής κατασκευής της Σκήτης με τις λοιπές Μονές είναι ολοφάνερη, καθώς δεν έχει τον οχυρωματικό χαρακτήρα του παρελθόντος λόγω της παύσης πια των πειρατειών – λεηλασιών και έτσι απουσιάζουν τελείως οι περίκλειστες βαριές τοιχοποιίες με τις εξωτερικές όψεις της Σκήτης να είναι γεμάτες παράθυρα που κοιτούν το απέραντο πράσινο του γειτονικού δάσους.

Ο ναός του Αγίου Ανδρέα ή αλλιώς το «Κυριακό» της Σκήτης, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ναούς των Βαλκανίων και είναι ο μεγαλύτερος ναός του Αγίου Όρους. Δυστυχώς την ώρα της επίσκεψης μας ο Ναός ήταν κλειδωμένος και δεν θαυμάσαμε τον εσωτερικό διάκοσμο αυτού. 

Μέχρι το 1913, κατασκευάσθηκαν στο συγκρότημα με δωρεές ρώσων προσκυνητών διάφορα κτίρια και εργαστήρια όπως Νοσοκομείο, φαρμακείο, μηχανουργείο, ξυλουργείο, φωτογραφείο. κλπ. καθώς και η δυτική πτέρυγα για να στεγάσει την Βιβλιοθήκη της Μονής, η οποία όμως καταστράφηκε το 1958 από 3ήμερη πυρκαγιά.

Μετά την ρωσική επανάσταση του 1917 σταμάτησε η κυβερνητική χρηματοδότηση προς την Σκήτη αλλά και η εισροή των νέων μοναχών, με αποτέλεσμα η Σκήτη να αρχίσει να ερημώνει και να παρακμάζει. Το 1960, ζούσαν στη Σκήτη μόνο 5 μοναχοί ενώ το 1971 πέθανε και ο τελευταίος Ρώσος μοναχός. Σήμερα λειτουργεί εκεί, Εργαστήριο συντήρησης εικόνων, το Εκκλησιαστικό Γυμνάσιο και το Εκκλησιαστικό Λύκειο της Αθωνιάδος Σχολής, δίνοντας έτσι μια νέα ζωή σε αυτούς τούς ξεχασμένους αλλά επιβλητικούς χώρους. 

Μονή Βατοπεδίου

Η Μονή Βατοπεδίου είναι η 2η στην ιεραρχία τωνΑγιορείτικωνμονών. Βρίσκεται στη μέση της βορειανατολικής πλευράς της χερσονήσου του Άθω. Σύμφωνα με την ιστορία, η Μονή χτίστηκε από τον αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνο, το οποίο όμως καταστράφηκε από τον αυτοκράτορα Ιουλιανό τον Παραβάτη. Σύμφωνα πάντα με την ίδια παράδοση, ανοικοδομήθηκε από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Μέγα, από ευγνωμοσύνη για τη «θαυματουργή διάσωση του γιου του Αρκάδιου ο οποίος, αφού έπεσε από το καράβι του στο αρχιπέλαγος, βγήκε στη στεριά γερός χάρη στην βοήθεια της Θεοτόκου η οποία τον μετέφερε δίπλα σε μια βάτο». Από την παράδοση αυτή προέρχεται και το όνομα της μονής «Βατοπαίδιον».

Μια άλλη θεωρία είναι ότι το όνομα «Βατοπέδι» προέρχεται από την παρουσία πλούσιας βλάστησης και ειδικά βάτων γύρω από τη Μονή, τα οποία υπάρχουν ακόμα και σήμερα.

Η εσωτερική αυλή της Μονής Βατοπεδίου, με την χαρακτηριστική πλακόστρωση επί του επικλινούς εδάφους της πλαγιάς του όρους Άθως. Αριστερά διακρίνεται το κωδωνοστάσιο του Καθολικού της Μονής.

Νεότερη παράδοση θέλει τη μονή αυτή να τη λεηλάτησαν Σαρακηνοί πειρατές μαζί με άλλα μοναστήρια το 862 μΧ. και να ξαναχτίζεται χάρη στη στήριξη τριών ευγενών που ήρθαν για να ζήσουν ως μοναχοί στο όρος Άθω από την Αδριανούπολη το 10ο αι.

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύμφωνα με την απογραφή του 2012, έχει 104 μοναχούς και 12 δοκίμους. Στη μονή Βατοπεδίου ανήκει και η Σκήτη του Αγίου Ανδρέου, που κάποτε κατοικούνταν από εκατοντάδες Ρώσους μοναχούς, ενώ σήμερα κατοικείται από 20 περίπου Έλληνες μοναχούς. 

Η κάτοψη της Μονής Βατοπεδίου είναι περίπου σχήματος τριγώνου και καλύπτει μια αρκετά μεγάλη έκταση τόσο ενός επίπεδου κομματιού του λόφου στην οποία βρίσκεται μεταξύ άλλων η Τράπεζα και το Καθολικό όσο και της επικλινής πλαγιάς του λόφου με τα κελιά και τα τείχη να ολοκληρώνουν τις άλλες δύο πλευρές του τριγώνου. Σε σχέση με την μικρή εσωτερική αυλή της Μονής Καρακάλλου, η αυλή της Μονής Βατοπεδίου είναι αρκετά μεγάλη, άνετη και φωτεινή, με την εντυπωσιακή πλακόστρωση ολόκληρης της επικλινής πλαγιάς. Επίσης είναι εντυπωσιακή η φροντίδα και η εργασία αναστήλωσης και συντήρησης των Μονών του Άγιου Όρους με την βοήθεια των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης (ειδικά το Γ’ και Δ’ ΚΠΣ), συγκριτικά με φωτογραφίες του παρελθόντος στις οποίες απεικονίζονται τα κτίρια που ρήμαζαν από την φθορά του χρόνου και των καιρικών συνθηκών.

Η αυλή του κατακόκκινου Καθολικού της Μονής Βατοπεδίου, με το χαρακτηριστικό ρολόι και την Φιάλη μπροστά από αυτό. Επίσης οι λευκές κατακόρυφες τέντες προστατεύουν τις πολύτιμες τοιχογραφίες / αγιογραφίες από την έντονο ηλιασμό. Ο μεγάλος τρούλος του Καθολικού καλύπτεται λόγω διαδικασίας συντήρησης.

Περιμετρικά της αυλής της Μονής Βατοπεδίου, αναπτύσσονται και εδώ οι πτέρυγες, δίνοντας στον περίβολο ένα τριγωνικό σε γενικές γραμμές σχήμα. Οι κατώτερες στάθμες ισογείου και α’ ορόφου καταλαμβάνουν διάφορες βοηθητικές και παραγωγικές χρήσεις ενώ στις ανώτερες στάθμες στους υπόλοιπους β’, γ’ και δ’ ορόφους βρίσκονται τα κελιά των μοναχών, το Αρχονταρίκι, διάφορα παρεκκλήσια αλλά και τα διαμερίσματα φιλοξενίας. Στους ορόφους των κελιών η προσπέλαση γίνεται από ημιυπαίθριους διαδρόμους με επάλληλες τοξωτές στοές (τα δοξάτα) με κεραμοπλαστικό διάκοσμο ανάμεσα στα τόξα. 

Το κατακόκκινο Καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Ανοικοδομήθηκε πάνω στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Οι τοιχογραφίες του είναι των αρχών του 1312, της λεγόμενης Μακεδονικής Σχολής. Το μαρμαροθετημένο δάπεδό του είναι εξαιρετικής τέχνης. 

Η Μονή Βατοπεδίου διαθέτει συνολικά τριάντα τρία παρεκκλήσια. Τα δώδεκα βρίσκονται εκτός Μονής και τα υπόλοιπα στο κτιριακό της συγκρότημα. Πέντε από αυτά βρίσκονται ενσωματωμένα στο Καθολικό (Αγ. Δημητρίου, Αγ. Νικολάου, Παραμυθίας, Αγ. Αρχαγγέλων και Αγ. Τριάδος) και τρία στους αμυντικούς οχυρούς Πύργους της (Γενέσιον της Θεοτόκου, Μεταμορφώσεως και Τιμίου Προδρόμου).

Το Κωδωνοστάσιο μπροστά στο καθολικό χτίστηκε σύμφωνα με επιγραφή το 1427 και θεωρείται το αρχαιότερο καμπαναριό του Αγίου Όρους. Υπάρχει ρολόι, όπου οι ώρες σημαίνονται με μηχανισμό από μορφή μελαμψού ανθρώπου ίσως Μαυριτανού πειρατή που κρατά σφύρα και κτυπά κάθε ώρα.

Μέρος της επίπεδης εσωτερικής αυλής της Μονής Βατοπεδίου. Σε πρώτο πλάνο η Τράπεζα της Μονής ακριβώς απέναντι από το Καθολικό. Δεξιά διακρίνεται το Δοξάτο με τις επάλληλες ημιυπαίθριες τοξοστοιχίες με τον κεραμοπλαστικό διάκοσμο

Η Μονή έχει ως μέγα θησαύρισμα την Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου. Η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, διαιρεμένη σήμερα σε τρία τεμάχια, είναι το μοναδικό λείψανο ή κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της.

Στα χρόνια του αυτοκράτορα Αρκαδίου, υιού του Μέγα Θεοδοσίου, έγινε η μεταφορά της Τιμίας Ζώνης στην πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Την κατέθεσε σε μία υπέροχη λειψανοθήκη, την οποίαν ονόμασε «αγίαν σορόν». Η κατάθεση αυτή έγινε στις 31 Αυγούστου, ημερομηνία εορτής ακόμη και σήμερα σε πολλά μέρη της Ελλάδος. Έπειτα από πολλές διαδρομές και πολέμους, ο αυτοκράτορας Ιωάννης ο Καντακουζηνός, δώρισε στη Μονή την Τιμία Ζώνη στην Μονή Βατοπεδίου. 

Στη Μονή υπάρχουν επίσης τα τρία μοναδικά εντοίχια ψηφιδωτά του Αγίου Όρους από τη Βυζαντινή εποχή (10ος - 14ος αιώνας) αλλά και οι εντυπωσιακές τοιχογραφίες της Μακεδονικής Σχολής (1312) που βρίσκονται στο Καθολικό της Μονής. Κατά την παράδοση, όλος ο ναός ήταν σκεπασμένος με ψηφιδωτά, αλλά καταστράφηκαν από πυρκαγιά και σώθηκαν μόνο όσα φαίνονται σήμερα. Πρόκειται για την παράσταση του Ευαγγελισμού, της Δεήσεως και του Αγίου Νικολάου.

Η εντυπωσιακή τοιχογραφία / αγιογραφία του εξωνάρθηκα της Μονής Βατοπεδίου, με τις εκπληκτικές διαστάσεις (περίπου 4 μέτρα πλάτος x 4 μέτρα ύψος) και της ιδιαιτερότητας της Βυζαντινής αυτής ζωγραφικής έξω από τα στενά όρια των καδραρισμένων μορφών που έχουμε συνηθίσει.

Σύμφωνα με την ξενάγηση των επισκεπτών που ακολούθησε τον Εσπερινό, στη Μονή βρίσκονται οκτώ καταπληκτικές εικόνες τηςΠαναγίας, όπως της Βηματάρισσας στο Ιερό Βήμα του Καθολικού της Μονής, της Αντιφωνήτριας σε τοιχογραφία στον χώρο του «μεσονυκτικού» του Καθολικού, της Παραμυθίας, της Παντάνασσας στο αριστερό και σκοτεινό προσκυνητάρι του Καθολικού, της Ελαιοβρύτισσας στο Δοχείο της Μονής (στο κτίριο που φυλάσσετε το λάδι), της Πυροβοληθείσας σε τοιχογραφία στο υπέρθυρο της εξωτερικής πύλης της Μονής, της Θεοδώρσκαγιας και της Εσφαγμένης στον νάρθηκα του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου. Κάθε μία εικόνα έχει και μια σημαντική και ενδιαφέρουσα ιστορία να εξιστορήσει. 

Προσωπικά εντυπωσιάστηκα από την μεγάλων διαστάσεων τοιχογραφία / αγιογραφία στα δεξιά του εξωνάρθηκα του Καθολικού, με διαστάσεις περίπου 4 μέτρα πλάτος x 4 μέτρα ύψος, για δύο λόγους. Πρώτον, λόγω του θέματος της Δευτέρας Παρουσίας «κρίνοντας ζώντας και νεκρούς», με απεικόνιση αφενός ακόμη και θαλάσσιων τεράτων και αφετέρου τον παράδεισο περιτειχισμένο με κόκκινα τείχη. Δεύτερον, λόγω των εντυπωσιακών διαστάσεων της ζωγραφικής αυτής, καθώς αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγμα Βυζαντινής ζωγραφικής έξω από τα στενά όρια των «καδραρισμένων» μορφών που έχουμε συνηθίσει στους Βυζαντινούς Ναούς. Η απελευθέρωση του καλλιτέχνη σε ένα μεγάλο ταμπλό θυμίζει τοιχογραφίες του πρωτοαναγεννησιακού κινήματος σε μνημεία Ευρωπαϊκών πόλεων, όπως του Ντομένικο Γκιρλαντάιο στην Καπέλα Σιστίνα του Βατικανό, του Τζιότο στην βασιλική Santa Croce της Φλωρεντίας ή ακόμα του Τζόρτζο Βαζάρι στο Palazzo Vecchio της ίδιας πόλης. 

Η καθημερινή ζωή στην Μονή Βατοπεδίου επανέλαβε το πρόγραμμα που είχαμε ζήσει στην Μονή Καρακάλλου. Μετά τις 19.30 το απόγευμα και εδώ η πύλη του Μοναστηριού σφράγισε για το βράδυ. Ακολούθησε ομιλία του μοναχού πατέρα Γερμανού για τα σύγχρονα άγχη μας. Με το πέρας αυτής, οδηγηθήκαμε προς κατάκλιση. Στις 01.30΄ πμ., ο εκκλησιαστικός σήμανε το πρώτο τάλαντο, στις 02.45΄ το δεύτερο τάλαντο και στις 03.00΄ το τρίτο. Η ακολουθία του όρθρου ξεκίνησε ως σημείο διαχωριστικό του σκότους της νυκτός και του φωτός που ετοιμαζόταν να ανατείλει τις επόμενες ώρες. Πάλι με την ίδια μυσταγωγική κατάνυξη σε πιο μεγάλη κλίμακα λόγω του διαφορετικού μεγέθους του Καθολικού, παρακολουθήσαμε την Θεία Λειτουργία.

Με το πέρας αυτής, περίπου κατά τις 8 το πρωί, κατευθυνθήκαμε προς την Τράπεζα, απέναντι από το Καθολικό για το γεύμα της ημέρας επειδή δεν ήταν μέρα νηστείας. Εάν ήταν μέρα νηστείας το γεύμα θα απουσίαζε.

Η Τράπεζα της Μονήςσε κάτοψη σχήματος σταυρού, διαθέτει εντυπωσιακά μονοκόμματα μαρμάρινα τραπέζια περίπου 10 ατόμων και κτιστούς πάγκους με χωρητικότητα χώρου πάνω από 200 άτομα.

Πρώτα στην Τράπεζα εισήρθε ο αντικαταστάτης του Ηγούμενου, καθώς ο ίδιος εκείνες τις ημέρες απουσίαζε, ακλούθησαν οι υπόλοιποι μοναχοί και τέλος εμείς οι επισκέπτες. Με το φαγητό ήδη σερβιρισμένο διαλέξαμε σε ποια θέση θα καθίσουμε και ξεκινήσαμε το γεύμα μας μετά από το άκουσμα μιας προσευχής. Ταυτόχρονα ένας αναγνώστης μοναχός διάβαζε αποσπάσματα από κείμενα.

Η Τράπεζα της Μονής Βατοπεδίου με τα εντυπωσιακά μαρμάρινα τραπέζια και τους κτιστούς πάγκους.

Το γεύμα (πρωινό για εμάς στις 09.00) περιελάμβανε λαχανικά, ελιές, ψητά ψάρια, φρούτα, το παραδοσιακό ζυμωτό ψωμί και μοναστηριακό κρασί με γλυκό. Στην έξοδο μας από την Τράπεζα, πάλι με το ίδιο τελετουργικό σειράς εισόδου / εξόδου, ένας ιερέας ευλόγησε όλους τους εξερχόμενους και οι διακονητές σε στάση υπόκλισης ζητούσαν συγχώρεση για τυχόν λάθη και παραλείψεις στο γεύμα που μας είχαν ήδη προσφέρει.

Όπως μας εξήγησαν. οι Αγιορείτες μοναχοί δεν περιορίζονται μόνο στα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ο κάθε μοναχός έχει το διακόνημά του. Για παράδειγμα ο Αρχοντάρης υποδέχεται τους νεοφερμένους προσκυνητές και τους τακτοποιήσει στα δωμάτια τους. Άλλοι μοναχοί ασχολούνται άλλες ασχολίες, επιμελούνται τα ζώα, φτιάχνουν ψωμί και ετοιμάζουν το φαγητό στο μαγειρείο. Ο εκκλησιάρχης ασχολείται με το ναό, ενώ άλλοι ασχολούνται με το πλέξιμο κομποσκοινιών, την αγιογραφία, την ξυλογλυπτική κ.λπ.

Μετά το γεύμα, ολοκληρώθηκε η επίσκεψη μας στην Μονή Βατοπεδίου και αναχωρήσαμε για το λιμάνι της Δάφνης από το οποίο με την αγορά του αναλόγου εισιτηρίου επιβιβαστήκαμε στο καράβι της επιστροφής μέχρι το λιμάνι της Ουρανούπολης, εκτός πια συνόρων του Αγίου Όρους.

Η Μονή Ξενοφώντος με την χαρακτηριστική οχυρωματική τοιχοποιία και τα χρωματιστά κελιά. Εδώ ο Αρσανάς έχει ενσωματωθεί στα τείχη της Μονής. Πλάνο από το καράβι της επιστροφής.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς «βαθιά πιστός» και «θρησκευόμενος» για να επισκεφτεί το Άγιο Όρος. Το δέος της απομόνωσης, της γαλήνης, των αρχιτεκτονικών αναζητήσεων και της περισυλλογής που σου προσφέρει αυτό ο τόπος είναι ένα δυνατό κίνητρο για επανάληψη της επίσκεψης εκεί. Κάθε μοναστήρι είναι ένας πνευματικός θησαυρός και όχι μόνο ένα αρχιτεκτονικά όμορφο κτίριο.

Εξάλλου σύμφωνα με τον ντετερμινιστή διαφωτιστή φιλόσοφο Μπέντο ντε Σπινόζα (17ος αιώνας, θεώρημα 53 - Βιβλίο Γ’) «όταν η ψυχή επισκοπεί τον εαυτόν της και η δύναμη της ενέργειας που έχει, χαίρετε. Και τόσο περισσότερο χαίρεται, όσο σαφέστερα ξεχωρίζει τον εαυτόν της και την δύναμη της ενέργειας που έχει». Δανείζοντας την σκέψη του αυτή αλλά και του μεγάλου Νίκου Καζαντζάκη ενστερνίζομαι ότι «το ταξίδι και η εξομολόγηση (κι η δημιουργία είναι η ανώτερη και πιστότερη μορφή της εξομολόγησης)» . Αυτοί είναι και οι λόγοι που με ωθούν να ξαναεπισκεφτώ το Άγιο Όρος στο προσεχές μέλλον.

(# Αρχιτεκτονική, Άγιο Όρος, μοναστήρια, ταξίδι)

Αλέξιος Νικολάου
Από το Blogger.