Header Ads

Ο κορονοϊός «πολιορκεί» την Ευρώπη- ECDC: Λάβετε επειγόντως μέτρα δημόσιας υγείας

Πρόσφατα μοντέλα που εξετάστηκαν από το ECDC υποδεικνύουν πως η εν δυνάμει υγειονομική επιβάρυνση σε ΕΕ/ Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο από τη μετάλλαξη Δέλτα θα είναι πάρα πολύ υψηλή τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, εκτός και αν τεθούν σε εφαρμογή επειγόντως μέτρα δημόσιας υγείας, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για την αύξηση των ποσοστών εμβολιασμού στον γενικό πληθυσμό.

Όπως αναφέρει σε μήνυμά της Άντρεα Άμον, διευθύντρια του ECDC, από τις αρχές του έτους έλαβε χώρα μια ταχεία ακολουθία προγραμμάτων εμβολιασμού σε ΕΕ και Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο που απέτρεψε επιτυχώς θανάτους και μείωσε νοσηλείες και μετάδοση. Ωστόσο υπάρχουν ακόμα υποκατηγορίες πληθυσμού και ηλικιακές ομάδες όπου η εμβολιαστική κάλυψη παραμένει χαμηλότερη από ότι θα ήταν επιθυμητό, ακόμα και σε χώρες με καλά ποσοστά. «Υπάρχουν ακόμα τόσα πολλά άτομα που κινδυνεύουν με σοβαρή λοίμωξη Covid-19 που πρέπει να προστατέψουμε το συντομότερο δυνατόν. Πρέπει να εστιάσουμε επειγόντως στο να κλείσει αυτό το χάσμα ανοσίας, να παρέχουμε αναμνηστικές δόσεις σε όλους τους ενήλικες και να επαναφέρουμε μη φαρμακευτικά μέτρα» συμπληρώνει.

Όπως τονίζει η Άμον, αυτή τη στιγμή κάτω από το 70% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ/ Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου είναι πλήρως εμβολιασμένο, «κάτι που αφήνει ένα μεγάλο κενό που «δεν μπορεί να γεφυρωθεί ταχέως και αφήνει άφθονο χώρο για να εξαπλωθεί ο ιός». Δεδομένου ότι τα εμβόλια παρέχουν υψηλή προστασία εναντίον της σοβαρής νόσησης, οι προβλέψεις δείχνουν πως ένας μεγάλος αριθμός των νέων εισαγωγών σε νοσοκομεία θα είναι ανεμβολίαστα άτομα, ειδικότερα ανεμβολίαστοι σε ομάδες κινδύνου. «Το παρόν συνολικό επίπεδο λήψης εμβολίων σε ΕΕ/ Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, ως εκ τούτου, θα είναι ανεπαρκές για τον περιορισμό της επιβάρυνσης από κρούσματα Covid-19 και νοσηλείες τους χειμερινούς μήνες, και οι χώρες με χαμηλότερα επίπεδα εμβολιασμού διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο».

Όπως υπογραμμίζεται, προτεραιότητα πρέπει να παραμείνει η αύξηση εμβολιασμών, μα ειδικά σε ηλικιωμένους, ευάλωτους και υγειονομικούς, ενώ οι χώρες «θα έπρεπε επίσης να σκέφτονται αναμνηστικές δόσεις σε όλους τους ενηλίκους, 18 και άνω, με προτεραιότητα στους άνω των 40. Αυτό για να αυξηθεί η προστασία απέναντι στη μόλυνση εξαιτίας της μειούμενης ανοσίας, που θα μπορούσε εν δυνάμει να μειώσει τη μετάδοση στον πληθυσμό και να αποτρέψει επιπλέον νοσηλείες και θανάτους. Η αναμνηστική δόση συστήνεται έξι μήνες μετά τη ολοκλήρωση του αρχικού κύκλου το νωρίτερο δυνατόν. Τα προγράμματα εμβολιασμού χρειάζονται χρόνο και η πλήρης επίδραση των εμβολίων λαμβάνει χώρα δύο εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Καθώς υπάρχουν κάποια στοιχεία για μείωση της αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού με το πέρασμα του χρόνου απέναντι στη μόλυνση και τη μετάδοση, είναι επίσης σημαντικό να διατηρούμε ή να επαναφέρουμε μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις» τονίζεται.

Η συνέχεια εδώ
Από το Blogger.