Κατατέθηκε στη Βουλή το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2026 - Προβλέπει ανάπτυξη 2,4%

Οι δημόσιες επενδύσεις, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των ιδιωτικών, αναδεικνύονται ως βασικός μοχλός ανάπτυξης, με τον ρυθμό αύξησης του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου να εκτιμάται στο 10,2%, υπερδιπλάσιο του 2025.
Το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2026 κατατέθηκε σήμερα στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, η ελληνική οικονομία αναμένεται να διατηρήσει ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική, με ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 2,4%, για έκτο συνεχές έτος πάνω από το όριο του 2%, παρά τις διεθνείς αβεβαιότητες και τις γεωπολιτικές εντάσεις.
Η έκθεση συνοδεύεται από κοινή επιστολή του υπουργού Κυριάκου Πιερρακάκη και του υφυπουργού Θάνου Πετραλιά προς τα μέλη της Επιτροπής, στην οποία επισημαίνεται ότι το προσχέδιο κατατίθεται «εν μέσω σημαντικής διεθνούς αβεβαιότητας, τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε δημοσιοοικονομικό επίπεδο». Παρά τις πιέσεις που προκαλούν οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, η Ελλάδα προβλέπεται να συνεχίσει να υπεραποδίδει έναντι της Ευρωζώνης, όπου η ανάπτυξη για το 2026 εκτιμάται μόλις στο 1,4%, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας αναμένεται να αυξηθεί από τα 249,6 δισ. ευρώ το 2025 στα 260,9 δισ. ευρώ το 2026, με τον πληθωρισμό να υποχωρεί στο 2,2%, προσεγγίζοντας τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Οι δημόσιες επενδύσεις, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των ιδιωτικών, αναδεικνύονται ως βασικός μοχλός ανάπτυξης, με τον ρυθμό αύξησης του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου να εκτιμάται στο 10,2%, υπερδιπλάσιο του 2025. Η θεαματική αυτή άνοδος αποδίδεται στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και στην αναβάθμιση της παραγωγικής βάσης μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, η κυβέρνηση θέτει ως στόχο πρωτογενές πλεόνασμα 2,8% του ΑΕΠ για το 2026, ενώ το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 140%, στο 137,6% του ΑΕΠ, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. Παράλληλα, το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται οριακά αρνητικό (-0,1%), γεγονός που, σύμφωνα με το υπουργείο, επιτυγχάνεται χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι δημοσιονομικοί στόχοι, παρά την υιοθέτηση ενός ευρέος πακέτου κοινωνικών και φορολογικών μέτρων ύψους 1,76 δισ. ευρώ για το 2026.
Στην καρδιά του προϋπολογισμού βρίσκεται η μεγάλη φορολογική μεταρρύθμιση, με έντονη κοινωνική και δημογραφική στόχευση. Επανασχεδιάζεται η κλίμακα φορολογίας εισοδήματος για μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες, με μειώσεις συντελεστών από 2 έως 4 ποσοστιαίες μονάδες και πρόσθετες ελαφρύνσεις για οικογένειες με παιδιά και νέους έως 30 ετών. Οι φορολογικοί συντελεστές μειώνονται στο 20% για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ, ενώ για τους τρίτεκνους πέφτουν στο 9% και για πολύτεκνους μηδενίζονται για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ. Παράλληλα, μηδενικός φόρος προβλέπεται για νέους έως 25 ετών, ενώ εισάγεται μειωμένος συντελεστής 9% για νέους 26-30 ετών.
Η συνολική ελάφρυνση για τα νοικοκυριά υπολογίζεται σε 1,2 δισ. ευρώ το 2026 και 1,6 δισ. ευρώ το 2027, ωφελώντας περίπου τέσσερα εκατομμύρια φορολογουμένους. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στη μεσαία τάξη, στις οικογένειες με παιδιά και στους νέους, με μέτρα που στοχεύουν στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης και στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος.
Πέραν της φορολογικής αναμόρφωσης, ο προϋπολογισμός προβλέπει σειρά παρεμβάσεων που αφορούν το εισόδημα των συνταξιούχων και των δημοσίων υπαλλήλων. Από τον Ιανουάριο 2026 καταργείται σταδιακά ο συμψηφισμός της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, ενώ προβλέπεται νέα αύξηση βάσει πληθωρισμού και ρυθμού ανάπτυξης, με συνολικό κόστος 629 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, διατηρείται η ετήσια ενίσχυση των 250 ευρώ για χαμηλοσυνταξιούχους, άτομα με αναπηρία και ανασφάλιστους υπερήλικες.
Στον δημόσιο τομέα, από τον Απρίλιο του 2026 εφαρμόζεται νέα οριζόντια αύξηση μισθών, συνδεδεμένη με τον κατώτατο μισθό, ο οποίος θα ανέλθει στα 950 ευρώ τον Απρίλιο του 2027. Το μέτρο συνοδεύεται από μισθολογικές αναβαθμίσεις σε Ένοπλες Δυνάμεις, Σώματα Ασφαλείας και Υπουργείο Εξωτερικών, με συνολικό δημοσιονομικό κόστος άνω των 600 εκατ. ευρώ.
Εξίσου σημαντικές είναι οι παρεμβάσεις για τη στέγη και την περιφερειακή συνοχή. Από το 2026 θεσπίζεται ενδιάμεσος συντελεστής 25% στον φόρο εισοδήματος από μισθώματα, επεκτείνεται η αναστολή ΦΠΑ στις νέες οικοδομές και διατηρείται η φοροαπαλλαγή για ιδιοκτήτες που μετατρέπουν ακίνητα σε μακροχρόνια μίσθωση. Παράλληλα, καταργείται πλήρως από το 2027 ο ΕΝΦΙΑ για κύριες κατοικίες σε οικισμούς έως 1.500 κατοίκους, ενώ για το 2026 προβλέπεται μείωση 50%. Ειδικά μέτρα προβλέπονται και για τα ακριτικά νησιά του Αιγαίου, όπου ο ΦΠΑ μειώνεται κατά 30% από την 1η Ιανουαρίου 2026.
Το προσχέδιο ενσωματώνει και ισχυρό αναπτυξιακό σκέλος, με αύξηση του εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων στα 3,3 δισ. ευρώ, δράσεις 200 εκατ. ευρώ για τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες, καθώς και τη δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως το Ταμείο Αγροτικής Επιχειρηματικότητας και το Patent Fund για την ενίσχυση της καινοτομίας. Παράλληλα, καθιερώνεται υπερέκπτωση 100% για επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς όπως η άμυνα και η αεροναυπηγική.
Στο πεδίο της αγοράς εργασίας, η απασχόληση εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 0,4% το 2026, με τον αριθμό των μισθωτών να προσεγγίζει τα 3,9 εκατομμύρια άτομα. Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω στο 8,6%, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2008, ενώ ο πραγματικός μέσος μισθός θα αυξηθεί κατά 1,5%, υπερβαίνοντας τα επίπεδα του 2019 κατά περισσότερο από 30% σε καθαρούς όρους.
Η κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι το σχέδιο του προϋπολογισμού εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μεταρρυθμίσεων που συνδυάζει τη δημοσιονομική σταθερότητα με την κοινωνική προστασία και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Όπως αναφέρουν Πιερρακάκης και Πετραλιάς, «παρά το ασταθές διεθνές περιβάλλον, η Ελλάδα αποτελεί σημείο αναφοράς για τη σταθερότητα και τη συνέπεια της οικονομικής της πολιτικής». Το 2026, όπως καταγράφεται στο προσχέδιο, επιδιώκεται η συνέχιση της αποκλιμάκωσης του δημόσιου χρέους, η ενίσχυση των επενδύσεων και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, σε ένα οικονομικό τοπίο που, όπως τονίζουν οι συντάκτες του προϋπολογισμού, «επιβεβαιώνει τη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε μια νέα, σταθερή φάση ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής».