Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα: Η αβεβαιότητα είναι η νέα κανονικότητα

Η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα περιέγραψε τους αυξανόμενους κινδύνους για την οικονομική σταθερότητα πριν από τις ετήσιες συνεδριάσεις του Ταμείου την επόμενη εβδομάδα στην Ουάσινγκτον.
Η Γενική Διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, απηύθυνε σήμερα ομιλία στην Ουάσιγκτον με τίτλο «Opportunity in a Time of Change» (Ευκαιρία σε μια εποχή αλλαγών), υπογραμμίζοντας ότι ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με βαθιές μεταμορφώσεις – γεωπολιτικές, τεχνολογικές, δημογραφικές και περιβαλλοντικές – που τροφοδοτούν πρωτοφανή αβεβαιότητα, αλλά και νέες δυνατότητες.
Η Γκεοργκίεβα, μιλώντας ενόψει των Ετήσιων Συνόδων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας την επόμενη εβδομάδα, τόνισε πως η παγκόσμια οικονομία «αντέχει καλύτερα απ’ ό,τι φοβόμασταν, αλλά χειρότερα απ’ ό,τι χρειαζόμαστε». Η επικεφαλής του ΔΝΤ μίλησε για ένα πρωτοφανές επίπεδο αβεβαιότητας που αυξάνεται συνεχώς σε παγκόσμιο επίπεδο. «Δέστε τις ζώνες ασφαλείας», προειδοποίησε χαρακτηριστικά. «Η αβεβαιότητα είναι η νέα κανονικότητα — και ήρθε για να μείνει».
Ωστόσο, δεν τα περιέγραψε όλα αρνητικά. Παρά τις προβλέψεις για ύφεση στις Ηνωμένες Πολιτείες νωρίτερα φέτος, η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει ανθεκτική, με το ΔΝΤ να προβλέπει μικρή μόνο επιβράδυνση για φέτος και το 2026.
Η επικεφαλής του Ταμείου απέδωσε αυτή την ανθεκτικότητα σε τέσσερις παράγοντες: τη βελτίωση των οικονομικών πολιτικών και θεσμών, την ευελιξία του ιδιωτικού τομέα, τη συγκρατημένη ένταση των εμπορικών κυρώσεων και τις ευνοϊκές –προς το παρόν– χρηματοοικονομικές συνθήκες. Παράλληλα, προειδοποίησε πως η παγκόσμια ανθεκτικότητα «δεν έχει ακόμα δοκιμαστεί πλήρως», καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις, η αύξηση της ζήτησης για χρυσό και η αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς και τις χρηματαγορές ενδέχεται να προκαλέσουν νέες αναταράξεις.
Η Γκεοργκίεβα κάλεσε τις κυβερνήσεις να «αδράξουν την ευκαιρία μέσα στην αλλαγή» και να επικεντρωθούν σε τρεις μεσοπρόθεσμους στόχους πολιτικής: την ενίσχυση της ανάπτυξης, την αποκατάσταση της δημοσιονομικής υγείας και τη μείωση των παγκόσμιων ανισορροπιών.
Στο πεδίο της ανάπτυξης, είπε πως το ΔΝΤ εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία θα κινηθεί γύρω στο 3% μεσοπρόθεσμα – σημαντικά χαμηλότερα από το 3,7% πριν από την πανδημία. Η Γκεοργκίεβα τόνισε την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την παραγωγικότητα, καταργώντας γραφειοκρατικά εμπόδια και ενισχύοντας τη δικαιοσύνη του ανταγωνισμού. Κάλεσε δε τις χώρες να προχωρήσουν σε μια «ρυθμιστική εκκαθάριση» που θα απελευθερώσει την επιχειρηματικότητα.
Μιλώντας για την περιφερειακή ανάπτυξη, σημείωσε ότι η Ασία πρέπει να προχωρήσει σε βαθύτερη περιφερειακή ολοκλήρωση, η Υποσαχάρια Αφρική να εκμεταλλευτεί τη νεανική της δυναμική και πως η Ευρώπη πρέπει να περάσει «από τα λόγια στην πράξη» για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Πρότεινε μάλιστα τη δημιουργία ενός «τσάρου της ενιαίας αγοράς» με πραγματικές αρμοδιότητες για να προωθήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Η Γκεοργκίεβα αναφέρθηκε ειδικά και στη Γερμανία, σημειώνοντας ότι η πρόσφατη στροφή της χώρας προς μια πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική αποτελεί θετικό παράδειγμα για το πώς μπορούν να γίνουν διορθώσεις όταν υπάρχει πολιτική βούληση. Όπως είπε, αυτή η αλλαγή αναμένεται να συμβάλει στη μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ενώ οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες για υποδομές θα λειτουργήσουν ως καταλύτης για την ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων στο εσωτερικό. «Η επένδυση στις υποδομές θα δώσει νέα ώθηση στη γερμανική οικονομία και θα βοηθήσει τη χώρα να ανακτήσει τη δυναμική του ιδιωτικού της τομέα», τόνισε χαρακτηριστικά η επικεφαλής του ΔΝΤ.
Σχετικά με τις παγκόσμιες ανισορροπίες, η Γκεοργκίεβα απηύθυνε έκκληση για δράση τόσο προς τις ΗΠΑ –ώστε να μειώσουν τα δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματα και να ενισχύσουν την αποταμίευση– όσο και προς την Κίνα, την οποία κάλεσε να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την εγχώρια κατανάλωση και θα μειώσουν την εξάρτηση από τη βιομηχανική πολιτική.
Στο δημοσιονομικό μέτωπο, προειδοποίησε ότι το παγκόσμιο δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ έως το 2029, γεγονός που περιορίζει τη δυνατότητα των κυβερνήσεων να απορροφούν μελλοντικούς κραδασμούς. Παρότρυνε τα κράτη να σχεδιάσουν αξιόπιστα προγράμματα δημοσιονομικής εξυγίανσης, ενώ κάλεσε τις ανεπτυγμένες χώρες να μην εγκαταλείψουν τη διεθνή αναπτυξιακή βοήθεια.