Header Ads

ΕΒΙΚΕΝ: Πως η αγορά εξισορρόπησης εκτοξεύει το κόστος του ρεύματος

ΕΒΙΚΕΝ: Πως η αγορά εξισορρόπησης εκτοξεύει το κόστος του ρεύματος

Το κόστος της αγοράς εξισορρόπησης έχει αυξηθεί θεαματικά τα τελευταία χρόνια: από 18,4% των συνολικών εσόδων των συμβατικών μονάδων το 2023, στο 23% το 2024 και στο 28% το 2025.

Παρά τη σημαντική διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, επιβαρύνοντας νοικοκυριά και βιομηχανίες. Σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ, το πρόβλημα πλέον δεν εντοπίζεται τόσο στην αγορά επόμενης ημέρας, όσο κυρίως στην αγορά εξισορρόπησης, η οποία έχει εξελιχθεί σε έναν από τους βασικούς παράγοντες διατήρησης του ενεργειακού κόστους.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που παρουσίασε η Ένωση, το κόστος της αγοράς εξισορρόπησης έχει αυξηθεί θεαματικά τα τελευταία χρόνια: από 18,4% των συνολικών εσόδων των συμβατικών μονάδων το 2023, στο 23% το 2024 και στο 28% το 2025. Παράλληλα, το συνολικό κόστος των λογαριασμών ΛΠ2 και ΛΠ3 εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει το 1 δισ. ευρώ το 2025, έναντι 730 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος.

Η ΕΒΙΚΕΝ αποδίδει την αύξηση αυτή κυρίως σε δύο παράγοντες: στην επαναλαμβανόμενη ένταξη υπό απόσυρση λιγνιτικών μονάδων, όπως οι Αγ. Δημήτριος 3 και 4, σε 24ωρη λειτουργία εκτός αγοράς μέσω του μηχανισμού αποζημίωσης pay-as-bid, χωρίς διαφάνεια, πρακτική που –όπως επισημαίνεται– παραβιάζει το πνεύμα του άρθρου 13 του ευρωπαϊκού κανονισμού 943/2019· και στη συνεχή ένταξη θερμικών μονάδων κατά τις μεσημεριανές ώρες, όταν η παραγωγή ΑΠΕ υπερκαλύπτει τη ζήτηση, γεγονός που οδηγεί σε εκτόξευση του ΛΠ3 στις 20-35 €/MWh, ενώ οι τιμές στην αγορά επόμενης ημέρας παραμένουν σχεδόν μηδενικές.

Ενδεικτικά, τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο, όταν ο ΑΔΜΗΕ διατήρησε σε συνεχή λειτουργία τις μονάδες Αγ. Δημήτριος 3 και 4, το κόστος του ΛΠ3 αυξήθηκε κατά 7,3 €/MWh ή περίπου 7,5 εκατ. ευρώ την εβδομάδα. Αντίθετα, στις περιόδους που η λειτουργία τους ανεστάλη, το κόστος μειώθηκε αντίστοιχα.

Η ΕΒΙΚΕΝ επισημαίνει επίσης στρεβλώσεις στις στρατηγικές προσφορών των θερμικών μονάδων, καθώς οι τιμές για ανοδική ενέργεια σε ώρες μη αιχμής παρουσιάζονται τεχνητά αυξημένες –φθάνοντας τα 200-300 €/MWh–, γεγονός που συνδέεται με έλλειψη διαφάνειας στο σύστημα pay-as-bid. Όπως σημειώνεται, ο μηχανισμός αυτός αφορά μόνο τον τρόπο αποζημίωσης και όχι τη διαδικασία επιλογής ή τη συχνότητα ενεργοποίησης των μονάδων.
Τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ δείχνουν ότι το κόστος ανακατανομής (ΛΠ3) το 2025 θα ανέλθει σε 780 εκατ. ευρώ, από 550 εκατ. ευρώ το 2024, ενώ το ΛΠ2 θα αυξηθεί στα 225 εκατ. ευρώ, έναντι 180 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά.

Πέρα από το κόστος της αγοράς, η ΕΒΙΚΕΝ αναδεικνύει και τις εκκρεμότητες στα μέτρα στήριξης των ενεργοβόρων βιομηχανιών, οι οποίες επιβαρύνουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά τους. Από το 2019, ποσό 70 εκατ. ευρώ ετησίως από το ΕΤΜΕΑΡ δεν έχει εισπραχθεί, δημιουργώντας έλλειμμα 240 εκατ. ευρώ στον ΕΛΑΠΕ, ενώ εκκρεμεί και η κοινοποίηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ για τις βιομηχανίες, ύψους 17 εκατ. ευρώ ετησίως. Παράλληλα, η αντιστάθμιση CO₂ παραμένει χαμηλότερη από τα ευρωπαϊκά επίπεδα και χορηγείται με καθυστέρηση, ενώ έχει παγώσει η υλοποίηση του μηχανισμού «non-fossil flexibility» για ζήτηση και αποθήκευση, καθώς και η δημοσίευση της μελέτης επάρκειας που έχει ολοκληρωθεί εδώ και μήνες.

Την ίδια στιγμή, προωθείται η έγκριση νέου μηχανισμού CRM με κόστος εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, επιπλέον των 200 εκατ. ευρώ του ΛΠ2.

Ως άμεσο μέτρο ανακούφισης, η ΕΒΙΚΕΝ προτείνει τη μεταφορά του κόστους ανακατανομής (ΛΠ3) στη Χρέωση Χρήσης Συστήματος, όπως εφαρμόζεται σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, καθώς και τη χρήση των εσόδων του ΑΔΜΗΕ από τα διασυνδετικά δικαιώματα και τις χρεώσεις μη συμμόρφωσης για τη μείωση του ΛΠ3, κατά το ιταλικό πρότυπο.

Τέλος, η ΕΒΙΚΕΝ απορρίπτει τους ισχυρισμούς περί ευνοϊκής μεταχείρισης της βιομηχανίας στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις, τονίζοντας ότι οι βιομηχανίες πληρώνουν τα ίδια ποσά με άλλους καταναλωτές μέσης τάσης για ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ και χρεώσεις δικτύου. Αντιθέτως, όπως υπογραμμίζει, από το 2019 μη επιλέξιμες επιχειρήσεις επιδοτούνται παρανόμως με μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ, συμβάλλοντας στο έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ.

#ΡΕΥΜΑ
Η συνέχεια εδώ
Από το Blogger.