Σοβαρές επισημάνσεις για τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων στην Ελλάδα από το Ευρωπαϊκο Ελεγκτικο Συνεδρίο

Σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα λίγα συστήματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που επιτρέπουν την παρακολούθηση της ροής των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης μέχρι το επίπεδο των τελικών αποδεκτών.
Μια σειρά από κρίσιμες επισημάνσεις για την Ελλάδα περιλαμβάνει η Ετήσια Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ) για το 2024, η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Η Έκθεση αναδεικνύει σημαντικά προβλήματα στη διαχείριση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), καθώς και ευρύτερες αδυναμίες στη νομιμότητα και κανονικότητα των δημόσιων δαπανών.
Σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα λίγα συστήματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που επιτρέπουν την παρακολούθηση της ροής των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης μέχρι το επίπεδο των τελικών αποδεκτών. Ωστόσο, το πλεονέκτημα αυτό υπονομεύεται από καθυστερήσεις στην εκτέλεση έργων, ελλείψεις στην τεκμηρίωση πληρωμών και αδυναμίες στις διαδικασίες επιλεξιμότητας. Εντοπίστηκαν, μάλιστα, περιπτώσεις έργων που ξεκίνησαν πριν από την περίοδο επιλεξιμότητας, γεγονός που ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Το Συνέδριο προειδοποιεί και για τον κίνδυνο διπλής χρηματοδότησης έργων, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται επικάλυψη μεταξύ του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Επιπλέον, εντοπίζονται ανεπαρκείς έλεγχοι στους τελικούς δικαιούχους, ενώ σε ορισμένα έργα η Ελλάδα δεν έχει εκπληρώσει επαρκώς τα ορόσημα και τους στόχους, με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται η εκταμίευση των πληρωμών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Έως το τέλος του 2024, οι τελικοί αποδέκτες στην Ελλάδα είχαν πραγματοποιήσει δαπάνες που αντιστοιχούσαν μόλις στο 39% των ποσών που είχαν προβλεφθεί στον εθνικό προϋπολογισμό για έργα και μεταρρυθμίσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Αν και αυτό ισοδυναμεί με το 82% των κονδυλίων που είχαν ήδη εκταμιευθεί από την Κομισιόν, το ποσοστό παραμένει αισθητά χαμηλότερο από εκείνο της Ιταλίας (49%), γεγονός που υποδεικνύει χαμηλότερο ρυθμό υλοποίησης.
Παρά τις βελτιώσεις των τελευταίων ετών, η ελληνική δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να ταλανίζεται από χρόνιες παθογένειες όπως η γραφειοκρατία, η διοικητική αναποτελεσματικότητα και η ελλιπής τεκμηρίωση των συγχρηματοδοτούμενων έργων. Οι ελεγκτές σημειώνουν επίσης ότι η χώρα δεν έχει επιτύχει ακόμη πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις διαφάνειας, ιδιαίτερα στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων και των διαδικασιών επιλογής προμηθευτών.
Ενδεικτικά, στην Έκθεση αναφέρεται υπόθεση δανείου που χορηγήθηκε μέσω χρηματοδοτικού μέσου σε μικρομεσαία επιχείρηση για την αγορά ακινήτου με πισίνα, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του μετόχου της εταιρείας. Η πράξη θεωρήθηκε μη επιλέξιμη, καθώς δεν επρόκειτο για παραγωγική επένδυση, ενώ ο ενδιάμεσος χρηματοπιστωτικός οργανισμός ενέκρινε το δάνειο γνωρίζοντας την παράβαση των κανόνων.
Παράλληλα, σε έργο για τη δημιουργία εγκαταστάσεων φιλοξενίας μεταναστών στη Σάμο και την Κω, αξίας 276 εκατ. ευρώ, οι ελεγκτές διαπίστωσαν σοβαρές ζημιές στον εξοπλισμό και πλημμελή συντήρηση των εγκαταστάσεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο εξοπλισμός πυρόσβεσης είχε απομακρυνθεί, καθιστώντας δυσχερή τη χρήση του σε περίπτωση ανάγκης.
Αντίστοιχες αδυναμίες εντοπίστηκαν και στο πρόγραμμα Erasmus+, όπου καταγράφηκαν μη επιλέξιμες δαπάνες λόγω υπερεκτιμημένων εξόδων προσωπικού.
Τέλος, το ΕΕΣ εκφράζει ανησυχία για περιπτώσεις όπου ορόσημα πληρωμών θεωρήθηκαν εκπληρωμένα χωρίς να έχουν τεθεί σε ισχύ οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, εγείροντας σοβαρά ζητήματα νομιμότητας και πιθανές δημοσιονομικές διορθώσεις.