Αλέξανδρος Εξάρχου: Η CrediaBank ολοκλήρωσε τις διαπραγματεύσεις για την εξαγορά της HSBC Malta μέσα σε 15 ημέρες

Η Times of Malta αναφέρει στο δημοσίευμα της πως ο Εξάρχου είναι γνωστός στην Ελλάδα κυρίως από τη συμμετοχή του στην Άκτωρ.
Μέσα σε χρονικό διάστημα-ρεκόρ, μόλις 15 ημερών, ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις για την εξαγορά της HSBC Malta από την ελληνική CrediaBank, σύμφωνα με τον βασικό μέτοχο της τράπεζας, Αλέξανδρο Εξάρχου.
Ο Έλληνας επιχειρηματίας, σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην Times of Malta, μίλησε για τη διαδικασία που οδήγησε στην απόκτηση πλειοψηφικού πακέτου στη μαλτέζικη τράπεζα. Παρότι η HSBC είχε ανακοινώσει ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2024 την πρόθεσή της να αποχωρήσει από τη Μάλτα, ο Εξάρχου υποστήριξε ότι πληροφορήθηκε για το ενδιαφέρον της CrediaBank μόλις στις 15 Ιουλίου, έναν μήνα πριν «κλειδώσει» η συμφωνία.
Όπως εξήγησε, ο ίδιος δεν συμμετείχε απευθείας στις συνομιλίες με την HSBC, αλλά είχε καθοριστικό ρόλο στη στρατηγική που ακολούθησε η τράπεζα. Μετά την απόφαση να προχωρήσουν, η προσφορά κατατέθηκε «στα τέλη Ιουλίου ή τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου», με την απαίτηση οι διαπραγματεύσεις να ολοκληρωθούν άμεσα. «Τους ξεκαθαρίσαμε ότι η προσφορά μας ισχύει για 15 ημέρες», δήλωσε ο Εξάρχου. «Είναι μια καλή τιμή, αλλά ισχύει για 15 ημέρες». Και πρόσθεσε: «Αν ήθελαν εμάς και την τιμή μας, έπρεπε να πουν “ναι” το αργότερο έως τις 15 Αυγούστου, αλλιώς θα πηγαίναμε διακοπές».
Τελικά, όπως σημείωσε, «ήταν μια πολύ απλή συμφωνία». Στις 15 Αυγούστου, έναν μήνα αφότου πληροφορήθηκε την ευκαιρία, η HSBC Malta και η CrediaBank εξέδωσαν κοινές ανακοινώσεις, γνωστοποιώντας ότι η ελληνική τράπεζα επιλέχθηκε ως προτιμητέος αγοραστής. Οι μέτοχοι μειοψηφίας «θα είναι ικανοποιημένοι» μακροπρόθεσμα, είπε στην Times of Malta. Ο Εξάρχου δεν αποκάλυψε το ύψος του τιμήματος («η τράπεζα θα το ανακοινώσει όταν έρθει η ώρα»), αλλά διαβεβαίωσε ότι οι μέτοχοι μειοψηφίας, που κατέχουν σχεδόν το ένα τρίτο της HSBC Malta, «θα είναι ευχαριστημένοι στο τέλος».
«Το αν θεωρήσουν την τιμή που προσφέραμε τόσο καλή όσο θα ήθελαν είναι ένα ζήτημα», είπε, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η απόδοση θα έρθει σε βάθος χρόνου. Σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς, η CrediaBank θα πρέπει να προσφέρει και στους μετόχους μειοψηφίας την επιλογή να πουλήσουν τις μετοχές τους, με την τελική απόφαση να ανήκει στους ίδιους. «Όποιος κρατήσει τη συμμετοχή του θα κερδίσει περισσότερα από όσα έχει σήμερα», υποσχέθηκε.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι η συμφωνία θα διπλασιάσει την αξία της CrediaBank, ανεβάζοντας τη λογιστική της αξία από περίπου 750 εκατ. ευρώ σε πάνω από 1,3 δισ. ευρώ. Δύο προβληματικές ελληνικές τράπεζες ενώθηκαν σε μία Η Attica Bank είχε ταραχώδη ιστορία, συχνά σε αντιπαράθεση με τις ρυθμιστικές αρχές και με φήμη «εστίας» κακών δανείων και επισφαλών επενδύσεων. Παρότι μετά τον έλεγχο της ΕΚΤ το 2016 προσπάθησε να αναδιαρθρωθεί, παρέμενε σε δύσκολη θέση όταν στράφηκε πέρσι στον Εξάρχου.
Η Times of Malta αναφέρει στο δημοσίευμα της πως ο Εξάρχου είναι γνωστός στην Ελλάδα κυρίως από τη συμμετοχή του στην Άκτωρ, κατασκευαστική εταιρεία που πρόσφατα επεκτάθηκε και σε άλλους τομείς, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η κτηματαγορά. Η εταιρεία έχει υλοποιήσει μεγάλα έργα υποδομών, από το Μουσείο Ακρόπολης έως το νέο μετρό Θεσσαλονίκης.
Πρόσφατα συνεργάστηκε με δύο άλλους επιχειρηματίες, τους εφοπλιστές Δημήτρη Μπάκο και Ιωάννη Καϋμενάκη, για να ιδρύσουν την επενδυτική εταιρεία Thrivest. Όπως εξήγησε, η Thrivest δημιουργήθηκε αρχικά για να επενδύσει στην Παγκρήτια Τράπεζα, μια μικρή ελληνική τράπεζα που είχε αναλάβει μέρος της δραστηριότητας της HSBC μετά την αποχώρησή της από την Ελλάδα. Ωστόσο, και η Παγκρήτια, όπως η Attica, είχε συσσωρευμένα προβλήματα.
Η Thrivest απέκτησε πρώτα την Παγκρήτια και αργότερα συμμετοχή στην Attica Bank, συνεργαζόμενη με το ελληνικό Δημόσιο για να συγχωνεύσουν τις δύο τράπεζες σε έναν νέο οργανισμό ικανό να ανταγωνιστεί τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν η δημιουργία της CrediaBank, στην οποία η Thrivest κατέχει το 54%, ενώ το ελληνικό Δημόσιο το 36%. Ο Εξάρχου παραδέχεται ότι η τράπεζα απέχει ακόμη από τον στόχο να ανταγωνιστεί τους μεγαλύτερους παίκτες, ωστόσο υποστηρίζει ότι οι προοπτικές είναι ευοίωνες. «Δεν είναι η μεγαλύτερη τράπεζα στην Ελλάδα, ούτε κατά διάνοια», δήλωσε και προσέθεσε: «Είναι όμως η πιο υγιής».