Δικαστήριο της ΕΕ: Υπόχρεη για τον ΕΦΚ η εταιρεία, ακόμη και αν η υπεξαίρεση έγινε αποκλειστικά από τον CEO

Η φορολογική διοίκηση είχε ήδη επιβάλει στην Ecoserv πράξη προσδιορισμού ΕΦΚ.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε στις 20 Νοεμβρίου 2025 την απόφασή του στην υπόθεση C-570/24, η οποία αφορά τον προσδιορισμό του υπόχρεου για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) σε περίπτωση ελλείπουσας ποσότητας αιθυλικής αλκοόλης από τα αποθέματα εταιρείας που λειτουργεί υπό καθεστώς αναστολής.
Η απόφαση έχει ιδιαίτερη σημασία για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ευθύνες της εταιρείας και των στελεχών της, ειδικά όταν υφίσταται προηγούμενη ποινική κρίση σχετικά με την υπεξαίρεση.
Η υπόθεση ξεκίνησε στη Ρουμανία, όταν κατά τη διάρκεια ελέγχου διαπιστώθηκε ότι από τα αποθέματα της εταιρείας Ecoserv SRL απουσίαζε ποσότητα 21.909 λίτρων αιθυλικής αλκοόλης, η οποία τελούσε υπό καθεστώς αναστολής ΕΦΚ. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας καταδικάστηκε αμετάκλητα για υπεξαίρεση και φοροδιαφυγή, καθώς πώλησε την ποσότητα προς ίδιο όφελος χωρίς να την καταχωρίσει στα λογιστικά βιβλία. Το ποινικό δικαστήριο αναγνώρισε τον ίδιο ως αποκλειστικά υπεύθυνο για τη ζημία του Δημοσίου και απέρριψε την πολιτική αγωγή σε βάρος της εταιρίας.
Παρά ταύτα, η φορολογική διοίκηση είχε ήδη επιβάλει στην Ecoserv πράξη προσδιορισμού ΕΦΚ, θεωρώντας την υπόχρεη λόγω της παράτυπης εξόδου του προϊόντος από φορολογική αποθήκη. Η εταιρία ζήτησε στη συνέχεια την ακύρωση της πράξης, υποστηρίζοντας ότι η ποινική απόφαση την απαλλάσσει από κάθε ευθύνη.
Το ΔΕΕ κλήθηκε να απαντήσει σε κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την έννοια του «υπόχρεου» κατά το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/118/ΕΚ και κατά πόσον το δεδικασμένο της ποινικής απόφασης δεσμεύει τα φορολογικά δικαστήρια.
Στην απόφασή του, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εταιρεία εμπίπτει στην έννοια του υπόχρεου ακόμη και αν δεν είχε λάβει πλήρη άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή αλλά λειτουργούσε σε καθεστώς τεχνολογικών δοκιμών υπό την εποπτεία των τελωνειακών αρχών. Η κατάσταση αυτή θεωρείται αντίστοιχη με τη θέση εγκεκριμένου αποθηκευτή, ο οποίος φέρει αντικειμενική ευθύνη για τα προϊόντα που βρίσκονται υπό καθεστώς αναστολής ΕΦΚ, ανεξάρτητα από το αν η παράτυπη έξοδος προήλθε από τρίτο πρόσωπο ή από δόλια ενέργεια στελέχους του.
Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι ο σκοπός του ενωσιακού νομοθέτη είναι να διασφαλίζεται η είσπραξη του ΕΦΚ, επιτρέποντας ταυτόχρονα την ύπαρξη περισσότερων υπόχρεων εις ολόκληρον, όπως προβλέπει ρητά το άρθρο 8 παρ. 2 της οδηγίας. Έτσι, τόσο η εταιρία όσο και το φυσικό πρόσωπο που εμπλέκεται στην παράτυπη έξοδο μπορούν να θεωρηθούν συνυπόχρεοι.
Επιπλέον, το ΔΕΕ έκρινε ότι το εθνικό δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το διατακτικό της ποινικής απόφασης ως προς την ύπαρξη φορολογικής υποχρέωσης. Το δεδικασμένο αφορά αποκλειστικά την ποινική και αστική ευθύνη, όχι όμως τον προσδιορισμό των υπόχρεων για τον ΕΦΚ, ο οποίος στηρίζεται σε διαφορετικές νομικές βάσεις και αποσκοπεί στη διασφάλιση των δημοσιονομικών συμφερόντων της Ένωσης.
Με την απόφαση, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η εταιρεία παραμένει υπόχρεη για τον ΕΦΚ που καθίσταται απαιτητός λόγω της παράτυπης εξόδου, ακόμη και εάν ένα ποινικό δικαστήριο έχει αποδώσει αποκλειστική ευθύνη στο πρόσωπο του διευθύνοντος συμβούλου. Ο φορολογικός καταλογισμός λοιπόν δεν θεωρείται νομικά πλημμελής ούτε άκυρος λόγω της προηγούμενης ποινικής κρίσης.







