Δάνεια σε ελβετικό φράγκο: Η κυβέρνηση σχεδιάζει να χαρίσει χρόνο στις τράπεζες, μέσω του εξωδικαστικού

Γιατί η «λύση» υπαγωγής στον εξωδικαστικό δεν αναμένεται να προσφέρει ουσιαστική ανακούφιση στους δανειολήπτες.
Σε «λύση» μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού για τη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ελβετικό φράγκο προσανατολίζεται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εργάζονται προς την κατεύθυνση της ένταξης των δανείων αυτών στον εξωδικαστικό μηχανισμό, χωρίς όμως να υπάρξει ειδική νομοθετική ρύθμιση για την κατηγορία αυτή των οφειλετών κάτι που διεκδικούν τα τελευταία 15 χρόνια.
Ωστόσο, η «λύση» υπαγωγής στον εξωδικαστικό δεν αναμένεται να προσφέρει ουσιαστική ανακούφιση στους δανειολήπτες. Παρά το γεγονός ότι στο επίκεντρο των προτεινόμενων ρυθμίσεων βρίσκεται η μετατροπή του υπολοίπου των δανείων σε ευρώ και η εφαρμογή σταθερού επιτοκίου για συγκεκριμένο διάστημα, η λύση αυτή δεν αντιμετωπίζει το βασικό πρόβλημα: την υπέρογκη αύξηση των οφειλών λόγω της ανόδου της ισοτιμίας του φράγκου, εξέλιξη για την οποία οι δανειολήπτες δεν είχαν πλήρη επίγνωση όταν συνήψαν τα δάνεια.
Η επιλογή της μη ειδικής μεταχείρισης των δανείων σε ελβετικό φράγκο, καθώς και η πρόθεση να μην υπάρξει οριστική διευθέτηση, δημιουργούν ένα πλαίσιο που μετακυλίει όλο το βάρος στους δανειολήπτες, χωρίς να αναγνωρίζεται η συστημική διάσταση του προβλήματος. Παράλληλα, η ένταξη στον εξωδικαστικό μηχανισμό προϋποθέτει τη συναίνεση των τραπεζών και δεν διασφαλίζει καμία υποχρεωτική ελάφρυνση, καθιστώντας την διαδικασία αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Αντί για ουσιαστική λύση, οι δανειολήπτες έρχονται αντιμέτωποι με μια ακόμη διαδικαστική επιλογή που δεν διορθώνει την αδικία των προηγούμενων ετών ούτε παρέχει πραγματική διέξοδο από το αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει.
Παραδείγματα
Η αναποτελεσματικότητα της «λύσης» μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού μπορεί να γίνει πιο κατανοητή μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα:
- Το 2007, μια οικογένεια πήρε στεγαστικό δάνειο ύψους 150.000 φράγκων, που τότε αντιστοιχούσε σε περίπου 91.000 ευρώ, λόγω της ευνοϊκής ισοτιμίας (περίπου 1 CHF = 0,61 ευρώ) και των χαμηλών επιτοκίων. Μέχρι σήμερα έχουν καταβάλει πάνω από 120.000 ευρώ σε δόσεις. Παρ’ όλα αυτά, το υπόλοιπο του δανείου, λόγω της ανατίμησης του ελβετικού φράγκου (πλέον κοντά στο 1 CHF = 1 ευρώ), ανέρχεται ακόμα σε περίπου 110.000 ευρώ. Δηλαδή, έχουν πληρώσει περισσότερα από το αρχικό κεφάλαιο και συνεχίζουν να οφείλουν περισσότερα απ’ όσα δανείστηκαν σε ευρώ. Με τη «λύση» του εξωδικαστικού, τους προτείνεται απλώς να μετατραπεί το υπόλοιπο των 110.000 ευρώ σε ευρώ με σταθερό επιτόκιο – χωρίς καμία διαγραφή, χωρίς καμία αναγνώριση της ζημιάς που υπέστησαν από την ισοτιμία. Ουσιαστικά, η οικογένεια θα συνεχίζει να πληρώνει για ένα δάνειο που έχει ήδη ξεπληρώσει.
- Το 2008, ένα νεαρό ζευγάρι πήρε δάνειο 100.000 φράγκων για αγορά πρώτης κατοικίας. Μετά την κρίση του 2010 και την άνοδο του φράγκου, η μηνιαία δόση τους αυξήθηκε πάνω από 30%. Παρά τις δυσκολίες, κατέβαλαν συνολικά περίπου 85.000 ευρώ μέσα σε 15 χρόνια. Σήμερα το υπόλοιπο του δανείου είναι ακόμα 95.000 ευρώ. Αντί να υπάρξει αναγνώριση της ζημίας και διαγραφή μέρους του κεφαλαίου, με τον εξωδικαστικό τους ζητείται να «ρυθμίσουν» αυτό το υπόλοιπο χωρίς να μειωθεί – προσφέροντάς τους μόνο σταθερό επιτόκιο. Δηλαδή, τους ζητείται να συνεχίσουν να πληρώνουν άλλα 15-20 χρόνια, για ένα δάνειο που όχι μόνο δεν εξυπηρέτησαν, αλλά που τους παγίδεψε σε υπερχρέωση λόγω της ισοτιμίας.
- Ένας συνταξιούχος είχε λάβει το 2006 ένα μικρό δάνειο 60.000 φράγκων, που τότε άξιζε περίπου 37.000 ευρώ. Μέχρι σήμερα έχει πληρώσει σχεδόν 55.000 ευρώ, αλλά το υπόλοιπο είναι ακόμα 45.000 ευρώ. Η μηνιαία του σύνταξη έχει μειωθεί, και αδυνατεί πλέον να ανταποκριθεί. Η μετατροπή του δανείου σε ευρώ χωρίς διαγραφή ή επιστροφή ποσών που πλήρωσε εξαιτίας της ισοτιμίας, ουσιαστικά δεν τον ανακουφίζει – τον παγιδεύει σε μια νέα ρύθμιση που πιθανώς δεν θα μπορέσει να εξυπηρετήσει, οδηγώντας τον ξανά σε καθυστέρηση και τελικά σε πώληση της κατοικίας του μέσω πλειστηριασμού.
Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ότι η προτεινόμενη λύση δεν λαμβάνει υπόψη την ιστορική αδικία και τη σωρευμένη ζημία των δανειοληπτών. Αντιθέτως, μετατρέπει μια μακρόχρονη οικονομική παγίδα σε μια νέα, επιμηκυμένη υποχρέωση χωρίς ουσιαστικό όφελος για τους πολίτες που επλήγησαν και με αποκλειστικό σκοπό να δοθεί χρόνος στις τράπεζες, για να μην «σκάσουν» οι τιτλοποιήσεις δανείων.